Αναγνώστες

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016

Gymnopus brassicolens

Gymnopus brassicolens (Romagn.) Antonin &Noordel.

Syn. Micromphale brassicolens (Romagn.)P.D.Orton
Syn. Marasmius brassicolens Romagn , Collybia brassicolens

Marasmiaceae




Αρκετά συνηθισμένο, μικρό σχετικά μανιτάρι (διάμετρος καπέλλου 15-40 mm) και χαρακτηριστική μυρωδιά σκόρδου ή πολυκαιρισμένου λάχανου. Η καρποφορία του αρχίζει από τις αρχές του φθινοπώρου έως τον Ιανουάριο στα νότια, σε δάση κωνοφόρων ή πλατύφυλλων. Στα Κύθηρα το βρήκα σε πυκνές συστάδες στα μικρά πευκοδάση του νησιού σε σαπισμένη φυτική ύλη κάτω από πρίνους (quercus coccifera).




Το γένος gymnopus περιλαμβάνει περίπου 300 είδη, μεταξύ των οποίων και το είδος gymnopus dryophilus το οποίο θεωρείται βρώσιμο αν και όχι ιδιαίτερης διατροφικής αξίας.



Πολλά από τα είδη που σήμερα θεωρείται ότι ανήκουν στο γένος είχαν αρχικά ταξινομηθεί σε άλλα γένη εξ ου και τα πολλά συνώνυμα.

Το όνομα του γένους προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις γυμνός και πους-ποδός ενώ το χαρακτηριστικό επίθετο του είδους από το λατινικό brassica = λάχανο και την κατάληξη -olens = με οσμή.


Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Υοσκύαμος ο λευκός

Hyoscyamus albus L.
Syn. Hyoscyamus varians Vis, Hyoscyamus major Mill., Hyoscyamus aureus sensu Gouan,non L.

Solanaceae


Δίσκιαμος Αδύσκαμος





Μονοετές ή διετές φυτό με τριχωτά φύλλα και βαριά μυρωδιά. Φτάνει σε ύψος τα 40-50 εκ. Ανθίζει από τα τέλη Μαρτίου έως τον Ιούνιο σε βραχώδεις τοποθεσίες, χερσότοπους, ερείπια. 



Αρχικά ιθαγενές στην Ευρασία έχει πια εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο. Όλα τα είδη του γένους είναι τοξικά και πολύ επικίνδυνα αν καταναλωθούν ανεπεξέργαστα. Περιέχουν τρία ισχυρά αλκαλοειδή με φαρμακευτικές ιδιότητες, την ατροπίνη, την υοσκυαμίνη, και την σκοπολαμίνη που χρησιμοποιούνται στη φαρμακοβιομηχανία μετά από ειδική επεξεργασία. Είναι καταπραυντικά, αντισπασμωδικά και παυσίπονα.
Ήδη από την αρχαιότητα οι φαρμακευτικές ιδιότητες του υοσκύαμου ήταν γνωστές. Ο Διοσκουρίδης περιγράφει τρία είδη (hyoscyamus niger, hyoscyamus aureus και hyoscyamus albus και προτιμά το τρίτο είδος γιατί θεωρεί ότι έχει ηπιότερη δράση. Χρησιμοποιεί διάφορα παρασκευάσματα από τα φύλλα και τους σπόρους και τη ρίζα για να ανακουφίσει τον πονόδοντο (χρήση που συναντούμε στα χρόνια μας στη λαική ιατρική της Κρήτης), τις φλεγμονές των ματιών και γενικά σαν παυσίπονα.
....στι δὲ αὐτοῦ διαφορὰ τρισσή· ὁ μὲν γὰρ ἄνθη ὑποπόρφυρα φέρει, φύλλα μίλακι ὅμοια, σπέρμα μέλαν καὶ τοὺς κυτίνους σκληροὺς καὶ ἀκανθώδεις, ὁ δέ τις ἄνθη μηλινοειδῆ, φύλλα καὶ λοβοὺς ἁπαλώτερα, σπέρμα δὲ ὑπόξανθον ὥσπερ ἐρύσιμον. ἀμφότεροι δὲ οὗτοι μανιώδεις ὑπάρχουσι καὶ καρωτικοί, δύσχρηστοι. εὔχρηστος δὲ εἰς θεραπείαν ἠπιώτατος ὢν ὁ τρίτος, λιπαρὸς καὶ ἁπαλὸς καὶ χνοώδης, ἄνθη λευκὰ ἔχων καὶ τὸ σπέρμα λευκόν· φύεται παρὰ θαλάττῃ καὶ ἐν ἐρειπίοις. Χρηστέον οὖν ἐστι τῷ λευκῷ· εἰ δὲ μὴ παρείη οὗτος, χρῆσθαι δεῖ τῷ ξανθῷ, τὸν δὲ μέλανα ἀποδοκιμάζειν ὡς χείριστον. (4.68)







Το όνομα προέρχεται από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις υς -υός = χοίρος και κύαμος= κουκί, επειδή κατά μία παράδοση τα γουρούνια μπορούν να φάνε το φυτό χωρίς να δηλητηριαστούν .