Αναγνώστες

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2025

Η ανθρώπινη παρέμβαση στη φύση πριν και μετά από μια δασική πυρκαγιά: Μύθοι και πραγματικότητα.



https://www.blogger.com/blog/post/edit/7059331459533379944/4395650643547174452

Επανέρχομαι μετά από οκτώ χρόνια.  Άραγε μάθαμε  κάτι από την καταστροφική πυρκαγιά του 2017; Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως όχι. Επανέρχομαι λοιπόν, με την ελπίδα ότι μετά από δύο, πέντε ή δέκα χρόνια δε θα κλαίμε ξανά πάνω από τα μαυρισμένα, έρημα τοπία του νησιού μας. 


Οι δασικές πυρκαγιές αποτελούν φυσικό αλλά και ανθρωπογενές φαινόμενο, με βαθιές οικολογικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Στη δημόσια συζήτηση κυριαρχεί συχνά το «μετά»: τι πρέπει να γίνει αμέσως μετά τη φωτιά, πώς θα «σωθεί» το δάσος και πώς θα αποτραπούν οι επόμενες καταστροφές. Όμως, εξίσου κρίσιμη είναι η ανθρώπινη παρέμβαση πριν από μια πυρκαγιά, καθώς και η κατανόηση των ορίων της παρέμβασης μετά από αυτήν. Επανέρχομαι μετά από οκτώ χρόνια. Άραγε οι αρμόδιοι έμαθαν κάτι από την καταστροφική πυρκαγιά του 2017. Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως όχι. 

Πριν από τη δασική πυρκαγιά: πρόληψη ή θεσμοθετημένη αποτυχία;

Η ανθρώπινη δραστηριότητα παίζει καθοριστικό ρόλο πριν ακόμη εκδηλωθεί μια δασική πυρκαγιά. Η εγκατάλειψη της υπαίθρου, η παύση της παραδοσιακής βόσκησης και της ήπιας δασικής διαχείρισης έχουν οδηγήσει στη συσσώρευση καύσιμης ύλης. Παράλληλα, μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις που παρουσιάζονται ως «προληπτικές» συχνά εφαρμόζονται χωρίς οικολογικό και δασοτεχνικό σχεδιασμό, με αποτέλεσμα να διαταράσσουν αντί να ενισχύουν την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα AntiNero, το οποίο εφαρμόστηκε και στο νησί των Κυθήρων ως μέτρο πρόληψης δασικών πυρκαγιών μέσω εκτεταμένων καθαρισμών βλάστησης. Σύμφωνα με τεκμηριωμένες επισημάνσεις της επιστημονικής βιβλιογραφίας για τη μεσογειακή δασική οικολογία (Keeley et al., 2012· Fernandes, 2013· Moreira et al., 2011), παρεμβάσεις τέτοιου τύπου οφείλουν να είναι απολύτως στοχευμένες και οικολογικά προσαρμοσμένες.

Στην πράξη, όπως έχει επισημανθεί και από Έλληνες δασολόγους, πανεπιστημιακά τμήματα Δασολογίας και συλλογικούς επιστημονικούς φορείς, σε πολλές περιπτώσεις, και δυστυχώς και στη δική μας:

  • απομακρύνθηκε η χαμηλή και μεσαία βλάστηση χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικολογική της λειτουργία,
  • διαταράχθηκε η δομή του δάσους και το μικροκλίμα του εδάφους,
  • τα κομμένα κλαδιά και τα υπολείμματα δεν απομακρύνθηκαν αλλά παρέμειναν στο έδαφος,

με αποτέλεσμα η συνολική εύφλεκτη καύσιμη ύλη να αυξηθεί αντί να μειωθεί, γεγονός που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες πρόληψης πυρκαγιών (FAO, 2018).

Επιπλέον, η εφαρμογή του προγράμματος βασίστηκε συχνά σε εργολαβίες χωρίς προηγούμενες δασοτεχνικές μελέτες ανά περιοχή, χωρίς ανάλυση τοπικής βλάστησης και χωρίς ουσιαστικό έλεγχο εφαρμογής από τις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες, όπως προβλέπεται από την ελληνική δασική νομοθεσία. Η απουσία επιστημονικής τεκμηρίωσης, παρακολούθησης και αξιολόγησης καθιστά τέτοιες παρεμβάσεις όχι απλώς αναποτελεσματικές, αλλά δυνητικά επικίνδυνες για τη μακροπρόθεσμη υγεία των δασικών οικοσυστημάτων.

Η ουσιαστική πρόληψη δεν είναι ζήτημα μαζικών αποψιλώσεων. Απαιτεί στοχευμένη διαχείριση καύσιμης ύλης, διατήρηση μωσαϊκού βλάστησης και σεβασμό στη φυσική δυναμική του δάσους, όπως τεκμηριώνεται εκτενώς στη διεθνή βιβλιογραφία για τα μεσογειακά οικοσυστήματα (Pausas & Keeley, 2009). Όταν αυτά αντικαθίστανται από πρόχειρες, εργολαβικές λύσεις, η φωτιά μετατρέπεται από οικολογικό παράγοντα σε προδιαγεγραμμένη καταστροφή.

Μετά τη φωτιά: πότε και πώς πρέπει να παρεμβαίνουμε;



Μετά από μια πυρκαγιά, η πίεση για άμεση δράση είναι μεγάλη. Ωστόσο, η επιστημονική γνώση δείχνει ότι δεν είναι όλες οι παρεμβάσεις απαραίτητες ούτε πάντοτε ωφέλιμες.

Αντιπλημμυρικά έργα: κορμοδέσεις και αναβαθμοί

Τα αντιπλημμυρικά έργα, όπως οι κορμοδέσεις και οι αναβαθμοί, έχουν στόχο τη συγκράτηση του εδάφους και τη μείωση της επιφανειακής απορροής. Είναι πράγματι κρίσιμα σε περιοχές με:

  • μεγάλες κλίσεις,
  • έντονα διαβρωμένα ή λεπτόκοκκα εδάφη,
  • υψηλό κίνδυνο ακραίων βροχοπτώσεων,
  • απουσία δυνατότητας ταχείας φυσικής αναγέννησης.

Όμως, σε περιοχές με μικρή ή μέτρια κλίση, καλή δομή εδάφους και παρουσία υπόγειων αναβλαστήσεων ή σπερματικής τράπεζας, η εκτεταμένη κατασκευή τέτοιων έργων μπορεί να είναι περιττή ή και επιβλαβής. Η βαριά μηχανική επέμβαση συχνά διαταράσσει το έδαφος περισσότερο απ’ όσο το προστατεύει, καταστρέφει νεαρά φυτά και αλλοιώνει τις φυσικές διεργασίες αποκατάστασης.

Η εφαρμογή αντιπλημμυρικών μέτρων οφείλει να βασίζεται σε τοπική αξιολόγηση και όχι σε γενικευμένες συνταγές.

Αναδασώσεις και δεντροφυτεύσεις: λύση ή πρόβλημα;

 H εικόνα της μαζικής δενδροφύτευσης μετά από μια φωτιά είναι βαθιά ριζωμένη στη συλλογική συνείδηση. Ωστόσο, στα μεσογειακά οικοσυστήματα, πολλά είδη είναι εξελικτικά προσαρμοσμένα στη φωτιά και διαθέτουν ισχυρούς μηχανισμούς φυσικής αναγέννησης, κυρίως μέσω αναβλάστησης από τα πρέμνα.

Ένας κρίσιμος αλλά συστηματικά υποτιμημένος παράγοντας αποτυχίας της φυσικής αναγέννησης είναι η βόσκηση, ιδιαίτερα από ανεπιτήρητα αιγοπρόβατα. Οι νεαροί βλαστοί που εκπτύσσονται μετά τη φωτιά από τα πρέμνα είναι εξαιρετικά ευάλωτοι και η συνεχής βόσκηση μπορεί να τους καταστρέψει πλήρως, όπως έχει τεκμηριωθεί σε μελέτες για τη μεταπυρική οικολογία της Μεσογείου (Keeley et al., 2012· FAO & UNEP, 2020).

Στην Ελλάδα, η διαχείριση των ανεπιτήρητων παραγωγικών ζώων ρυθμίζεται από τη σχετική νομοθεσία (Ν. 4056/2012, όπως ισχύει), η οποία προβλέπει σαφείς ευθύνες για τους ιδιοκτήτες αλλά και ρητή υποχρέωση των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης να μεριμνούν για την περισυλλογή, φύλαξη και επιβολή κυρώσεων. Η μη εφαρμογή του νόμου αυτού, ιδιαίτερα σε καμένες εκτάσεις, ακυρώνει στην πράξη τη φυσική αναγέννηση και οδηγεί σε χρόνια υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, ανεξάρτητα από το αν πραγματοποιούνται ή όχι αναδασώσεις.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι άμεσες ή άκριτες αναδασώσεις συχνά:

  • καταστρέφουν τη φυσική αναγέννηση πατώντας ή εκριζώνοντας νεαρούς βλαστούς,
  • συγκαλύπτουν το πραγματικό πρόβλημα της ανεξέλεγκτης βόσκησης,
  • εισάγουν είδη ακατάλληλα ή ξένα προς τη φυσική χλωρίδα,
  • δημιουργούν τεχνητές, οικολογικά ευάλωτες συστάδες.

Ακόμη και μετά την παρέλευση χρόνου, οι δεντροφυτεύσεις έχουν νόημα μόνο όταν αποδεικνύεται επιστημονικά ότι η φυσική αναγέννηση έχει αποτύχει και αφού προηγηθεί αποτελεσματικός έλεγχος της βόσκησης. Ο ρόλος των εθελοντών είναι πολύτιμος μόνο όταν εντάσσεται σε αυστηρά επιστημονικό και θεσμικά ελεγχόμενο πλαίσιο· διαφορετικά, η καλή πρόθεση μπορεί να μετατραπεί σε μακροπρόθεσμη οικολογική ζημιά.

Η φύση ξέρει – ο άνθρωπος οφείλει να σέβεται

Η μεγαλύτερη πρόκληση μετά από μια δασική πυρκαγιά δεν είναι να «ξαναφτιάξουμε» το δάσος, αλλά να επιτρέψουμε στη φύση να κάνει αυτό που εξελικτικά γνωρίζει καλύτερα. Η ανθρώπινη παρέμβαση είναι αναγκαία μόνο εκεί όπου οι φυσικοί μηχανισμοί έχουν πραγματικά υπονομευθεί.

Η μετάβαση από την παρορμητική δράση στη στοχευμένη, τεκμηριωμένη παρέμβαση αποτελεί βασικό δείκτη περιβαλλοντικής ωριμότητας. Σε μια εποχή κλιματικής αβεβαιότητας, η προστασία των δασικών οικοσυστημάτων δεν θα κριθεί από τον αριθμό των φυτεμένων δέντρων, αλλά από την ικανότητά μας να κατανοούμε τα όρια της ανθρώπινης παρέμβασης και να σεβόμαστε τη δυναμική της φύσης.

Ενδεικτικές βιβλιογραφικές παραπομπές

  • Keeley, J.E., et al. (2012). Fire in Mediterranean Ecosystems: Ecology, Evolution and Management. Cambridge University Press.
  • Pausas, J.G. & Keeley, J.E. (2009). A burning story: The role of fire in the history of life. BioScience, 59(7), 593–601.
  • Moreira, F. et al. (2011). Landscape–wildfire interactions in southern Europe: Implications for landscape management. Journal of Environmental Management, 92, 2389–2402.
  • Fernandes, P.M. (2013). Fire-smart management of forest landscapes in the Mediterranean basin. Forest Ecology and Management, 294, 175–186.
  • FAO (2018). Fire management – Voluntary Guidelines. Food and Agriculture Organization of the United Nations.
  • FAO & UNEP (2020). The State of Mediterranean Forests.
  • Δασαρχείο & Πανεπιστημιακές Δασολογικές Σχολές Ελλάδας: Δημόσιες τοποθετήσεις και τεχνικές εκθέσεις για την αποτελεσματικότητα καθαρισμών βλάστησης χωρίς δασοτεχνικές μελέτες.
  • Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ): Θεσμικό πλαίσιο και εφαρμογή προγράμματος AntiNero (δημόσια έγγραφα και ανακοινώσεις).
  • Ελληνική Νομοθεσία για ανεπιτήρητα παραγωγικά ζώα (π.χ. Ν. 4056/2012, όπως ισχύει): Υποχρεώσεις ιδιοκτητών και ΟΤΑ για περισυλλογή και διαχείριση.

Επίλογος – Όταν ο εντυπωσιασμός υποκαθιστά την επιστήμη

Η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει με σαφήνεια ότι οι μεγαλόπνοες εξαγγελίες έργων «προστασίας» των δασών συχνά απευθύνονται περισσότερο στην κοινή γνώμη παρά στα ίδια τα οικοσυστήματα. Όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται με όρους ταχύτητας, επικοινωνιακού οφέλους και απορρόφησης κονδυλίων, χωρίς επαρκή επιστημονικό σχεδιασμό και χωρίς προσεκτικές, τοπικά προσαρμοσμένες μελέτες, το αποτέλεσμα δεν είναι η προστασία αλλά η περαιτέρω υποβάθμιση.

Η φύση δεν λειτουργεί με οριζόντια μέτρα,  εργολαβίες και γενικές συνταγές. Κάθε δασικό σύστημα έχει τη δική του ιστορία, δυναμική και ανθεκτικότητα. Η παράβλεψη αυτής της πραγματικότητας μετατρέπει την «παρέμβαση» σε αυθαίρετη διαχείριση και την πρόληψη σε άλλοθι.

Σε αυτό το πλαίσιο, έργα που υλοποιούνται χωρίς δασοτεχνικές μελέτες, χωρίς ουσιαστικό έλεγχο και χωρίς επιστημονική αξιολόγηση δεν υπηρετούν την οικολογική αποκατάσταση. Εξυπηρετούν συμφέροντα, χρονοδιαγράμματα και αφηγήματα επιτυχίας. Και όσο η προστασία των δασών αντιμετωπίζεται ως επικοινωνιακό προϊόν και όχι ως σύνθετη οικολογική διαδικασία, οι ίδιες αποτυχίες θα επαναλαμβάνονται.

Η πραγματική ευθύνη απέναντι στα δασικά οικοσυστήματα δεν βρίσκεται στις εντυπωσιακές ανακοινώσεις, αλλά στη σιωπηλή, τεκμηριωμένη και συχνά μη θεαματική εργασία που βασίζεται σε επιστημονική γνώση,  θεσμική συνέπεια και  σεβασμό στα όρια της ανθρώπινης παρέμβασης.

 

Παρασκευή 30 Μαΐου 2025

Αιμοστατικό θαύμα της φύσης: Εξερευνώντας το γένος Sanguisorba

 

Sanguisorba minor Scop.

Rosaceae

 


Το γένος Sanguisorba (της οικογένειας  Rosaceae Ροδοειδή) περιλαμβάνει περίπου 148 είδη πολυετών ποωδών φυτών, διαδεδομένων κυρίως στο βόρειο ημισφαίριο. Ανάμεσα στα είδη με ιδιαίτερο ενδιαφέρον συγκαταλέγονται τα Sanguisorba minor Scop. και Sanguisorba verrucosa (αποκαλούμενο συχνά ως υποείδος ή παραλλαγή του S. minor), τα οποία συνδυάζουν διατροφική, φαρμακολογική και παραδοσιακή χρήση. 


To
Sanguisorba minor γνωστό και ως “σαλάτα μπέρνετ” ή “μικρό μπέρνετ”, είναι πολυετές ποώδες φυτό με πτεροσχιδή φύλλα και μικρές, σφαιρικές, πράσινο-κόκκινες ταξιανθίες. Αντέχει στην ξηρασία και φύεται σε λιβάδια και ασβεστολιθικά εδάφη. Είναι ιδιαίτερα κοινό στη Μεσόγειο, περιλαμβανομένης της Ιταλίας, της Ελλάδας και της βόρειας Αφρικής. . Τα φύλλα του S. minor καταναλώνονται νωπά σε σαλάτες ή σε ομελέτες στη μεσογειακή κουζίνα, προσφέροντας γεύση που θυμίζει αγγούρι. Παραδοσιακά χρησιμοποιούνταν επίσης για να αρωματίζουν ξίδι και κρασί. Το Sanguisorba minor είναι πλούσιο σε φαινολικές ενώσεις και ταννίνες που εμφανίζουν ισχυρή αντιοξειδωτική και αντιφλεγμονώδη δράση. Περιέχει επίσης φλαβονοειδή, πολυσακχαρίτες και λιπαρά οξέα: όπως το λινολεϊκό και το α-λινολενικό οξύ. Οι ουσίες αυτές έχουν ερευνηθεί για τις αντικαρκινικές, αντιοξειδωτικές, αντιβακτηριακές και αιμοστατικές τους ιδιότητες. Επιπλέον, σύγχρονη έρευνα δείχνει ότι το S. minor εμφανίζει έντονη ανασταλτική δράση στην καρκινική κυτταρική μετάσταση. (βλ. σχετική βιβλιογραφία παρακάτω)




Το S. minor, με τις διατροφικές και φαρμακευτικές του ιδιότητες, θεωρείται  ένα πολλά υποσχόμενο τρόφιμο και φυτικό συμπλήρωμα. Η υψηλή περιεκτικότητα του σε πολυφαινόλες το καθιστά χρήσιμο ως φυσικό συντηρητικό σε φυτικά έλαια και καλλυντικά προϊόντα.

Το είδος Sanguisorba verrucosa, που από πολλούς θεωρείται υποείδος του Sanguisorba minor εμφανίζει παρόμοια μορφολογικά χαρακτηριστικά ωστόσο διακρίνεται λόγω εξογκωμάτων στον καρπό (εξ ου και το όνομα “verrucosa” – με κονδυλώματα). Σε κάθε περίπτωση είναι στενά συγγενικό είδος που απαντάται κυρίως στην Ιβηρική χερσόνησο και τη Μεσογειακή Ευρώπη

Σε διάφορες ευρωπαϊκές παραδόσεις, τα είδη Sanguisorba είχαν χρήση ως αιμοστατικά, απολυμαντικά και ενισχυτικά του αίματος. Η παράδοση αυτή πιθανόν προήλθε από την Κίνα, όπου η ρίζα του S. officinalis  χρησιμοποιήθηκε ως ισχυρό αιμοστατικό παραδοσιακά και χρησιμοποιείται ευρέως ακόμα, ως “Sanguisorbae Radix”, όμως παρόμοιες χρήσεις αποδίδονται και στο S. minor σε άλλες περιοχές.




Το Sanguisorba minor είναι πλούσιο σε φαινολικές ενώσεις και ταννίνες που εμφανίζουν ισχυρή αντιοξειδωτική και αντιφλεγμονώδη δράση. Περιέχει επίσης φλαβονοειδή, πολυσακχαρίτες και λιπαρά οξέα: όπως το λινολεϊκό και το α-λινολενικό οξύ. Οι ουσίες αυτές έχουν ερευνηθεί για τις αντικαρκινικές, αντιοξειδωτικές, αντιβακτηριακές και αιμοστατικές τους ιδιότητες. Επιπλέον, σύγχρονη έρευνα δείχνει ότι το S. minor εμφανίζει έντονη ανασταλτική δράση στην καρκινική κυτταρική μετάσταση. (βλ. σχετική βιβλιογραφία παρακάτω)

Το S. minor, με τις διατροφικές και φαρμακευτικές του ιδιότητες, θεωρείται πολλά υποσχόμενο τρόφιμο και φυτικό συμπλήρωμα. Η υψηλή περιεκτικότητα του σε πολυφαινόλες το καθιστά χρήσιμο ως φυσικό συντηρητικό σε φυτικά έλαια και καλλυντικά προϊόντα.

Το S. verrucosa, αν και λιγότερο μελετημένο, παρουσιάζει ανάλογες δυνατότητες και προτείνεται για περαιτέρω φαρμακολογική αξιολόγηση.

 Το όνομα του γένους προέρχεται από το λατινικό sanguis = «αίμα» και το ρήμα sorbere = απορροφώ, αναφορά στην παραδοσιακή χρήση του φυτού για τον έλεγχο της αιμορραγίας. Η παραδοσιακή κινέζική χρήση της ρίζας του φυτού (Sanguisorbae Radix) προφανώς πέρασε με κάποιο τρόπο  στην λαϊκή δυτική ιατρική, εξ ου και το λατινικό όνομα.

Τα χαρακτηριστικά επίθετα των δύο ειδών από τα λατινικά minor = «μικρότερος» (συγκριτικός του parvus) «ο μικρότερος», αναφερόμενο στο μέγεθος του φυτού σε σύγκριση με το Sanguisorba officinalis, το οποίο είναι μεγαλύτερο σε ύψος και πιο ογκώδες,verrucosa από το λατινικό verruca = «μυρμηγκιά», «εξόγκωμα» + -osa (θηλυκή κατάληξη επίθετου) = «με πολλά...» = «με εξογκώματα» ή «κονδυλώδης» Πιθανότατα αναφέρεται στη μορφολογία των καρπών του φυτού, που έχει μικρές προεξοχές σε αντίθεση με τον καρπό του είδους S.minor που είναι λείος.

Στα Κύθηρα καταγράφονται και τα δύο είδη με πιο κοινό  το Sanguisorba minor που υπάρχει σε όλη την έκταση του νησιού σε ακαλλιέργητους αγρούς και χορτολιβαδικές εκτάσεις.

Τα είδη Sanguisorba minor και Sanguisorba verrucosa φαίνεται να έχουν  υψηλή διατροφική αξία και ισχυρή φαρμακολογική δραστικότητα. Η περαιτέρω έρευνα μπορεί να αποκαλύψει νέα βιοδραστικά μόρια και να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων φυσικών φαρμακευτικών και διατροφικών προϊόντων.


Βιβλιογραφία

  • Zhou P, et al. (2021). A Comprehensive Review of Genus Sanguisorba: Traditional Uses, Chemical Constituents and Medical Applications. Frontiers in Pharmacology, 12:750165. https://doi.org/10.3389/fphar.2021.750165
  • Karkanis, A. et al. (2019). Chemical Composition and Bioactivity of S. minor Extracts under Different Cultivation Conditions.
  • Romojaro, F. et al. (2013). The antioxidant potential of edible wild plants from Mediterranean areas.

Παρασκευή 25 Απριλίου 2025

Χρυσές κορώνες στα Μεσογειακά λιβάδια

 

Securigera securidaca (L.) Degen & Dörfl.

ΣυνώνυμαCoronilla securidaca L.

        Hippocrepis securidaca (L.) Lam.

                   Lotus securidaca (L.) E.H.L. Krause

 

Fabaceae




Μονοετές φυτό της οικογένειας Fabaceae (Ψυχανθή) με ευρεία εξάπλωση σε όλη τη Μεσόγειο έως το Ιράν. Ανθίζει από Απρίλιο έως Ιούνιο ανάλογα με το υψόμετρο 0 - 1000μ. σε χορτολιβαδικές εκτάσεις, καλλιεργημένους ή ακαλλιέργητους αγρούς, υγρές περιοχές, στις άκρες των δρόμων. Τα χρυσοκίτρινα άνθη συνήθως 6-12 αναπτύσσονται σε κορύμβους. Στην γενική κατηγορία αγριόχορτα ή ζιζάνια κατατάσσεται η όμορφη securigera αν και με μια προσεκτικότερη ματιά μπορεί κανείς να αντιληφθεί ότι πέρα από την λαμπερή της εμφάνιση έχει και άλλες χάρες.

Οι καρποί έχουν χρησιμοποιηθεί στη παραδοσιακή λαϊκή ιατρική του Ιράν της Αιγύπτου και της Ινδίας από τους αρχαίους χρόνους σαν φάρμακο για το διαβήτη την υπέρταση και την υπερλιπιδαιμία. Η ευεργετική επίδραση πιθανόν οφείλεται στην παρουσία πολλών βιοενεργών συστατικών όπως φαινόλες, φλαβονοειδή σαπωνίνες και ταννίνες καθώς και 82% ακόρεστων λιπαρών οξέων στο εκχύλισμα καρπών που ανιχνεύτηκαν με φυτοχημική ανάλυση. Σύγχρονη έρευνα επιβεβαιώνει τη θεραπευτική δράση του φυτού. Jamshidzadeh, Akram, (2018): 31-39, Alizadeh-Fanalou 2020;10(3):159-167

Στα Κύθηρα υπάρχει σε όλη την έκταση του νησιού σχηματίζοντας χρυσοκίτρινες, λαμπερές νησίδες στο τοπίο. Η Securigera securidaca είναι μία εξαιρετική εκπρόσωπος της αξίας της Μεσογειακής χλωρίδας. Αν και το φυτό παραμένει σχετικά αδιάφορο για το ευρύ κοινό, εντούτοις διαθέτει ιστορική, οικολογική και φαρμακευτική αξία που αξίζει περαιτέρω μελέτη και αναγνώριση.


Το όνομα του γένους Securigera αλλά και το χαρακτηριστικό επίθετο του είδους securidaca προέρχονται από τη λατινική λέξη securis = τσεκούρι, πέλεκυς ενώ στο όνομα του γένους συμμετέχει και   το ρήμα genere = φέρω



 

Πέμπτη 17 Απριλίου 2025

Το Εντυπωσιακό Τριφύλλι της Μεσογείου

Trifolium grandiflorum Schreb

Συν. Trifolium speciosum Willd., Trifolium graecum Griseb.

Fabaceae

Το γένος Trifolium (τριφύλλι) ανήκει στην οικογένεια Fabaceae (Ψυχανθή) και περιλαμβάνει πάνω από 250 είδη, κυρίως μονοετή ή πολυετή ποώδη φυτά. Είναι ευρέως διαδεδομένο στο βόρειο ημισφαίριο, με ιδιαίτερη παρουσία στην Ευρώπη, τη Μεσόγειο, την Ασία και τη Βόρεια Αμερική. Στα Κύθηρα υπάρχουν πάνω από 25 είδη.

Πολλά είδη του γένους χρησιμοποιούνται  ως ζωοτροφές λόγω της υψηλής διατροφικής τους αξίας και ως καλλιέργεια εδαφοκάλυψης. Σημαντική είναι και η συνεισφορά τους στην πράσινη λίπανση.  Πολλά είδη του γένους έχουν χρησιμοποιηθεί στην λαϊκή παραδοσιακή θεραπευτική ως αντιφλεγμονώδη, αντισηπτικά και καταπραϋντικά του δέρματος. 

Το Trifolium grandiflorum είναι ενδημικό της Ανατολικής Μεσογείου, με παρουσία σε όλη την ανατολική Μεσόγειο και μέχρι το Ιράν. Ευδοκιμεί σε ξηρά πετρώδη εδάφη και φρυγανότοπους  σε υψόμετρα έως 1000μ.

Στα Κύθηρα το έχω συναντήσει μόνο σε μία περιοχή στα βορειοανατολικά του νησιού επομένως θα το χαρακτήριζα σπάνιο.

Το  λατινικό όνομα του γένους προέρχεται από την λέξη tri = τρία   και folium = φύλλα αναφορά στο σχήμα των φύλλων του. Το χαρακτηριστικό επίθετο grandiflorum από τη επίθετο grande = μεγάλος και το florum =άνθος, αναφορά στα εντυπωσιακά άνθη του φυτού.

 

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

Η Ηλιοστάλαχτη στα μονοπάτια με τα μανιτάρια


Ένα παραμύθι για μικρούς και μεγάλους, ένα συναρπαστικό ταξίδι στον μαγικό κόσμο των μανιταριών. 





Με το παραμύθι "Η Ηλιοστάλαχτη στα μονοπάτια με τα μανιτάρια", θα ταξιδέψετε σε ένα συναρπαστικό σύμπαν όπου τα μανιτάρια δεν είναι απλώς τροφή, αλλά οι αφανείς ήρωες του πλανήτη! 🌍

🌱 Μάθετε για...
🍄 Τη ζωτική σημασία των μυκήτων για τη φύση
🌳 Τον κρυφό ρόλο τους στα οικοσυστήματα
📚 Πώς να τους αναγνωρίζετε και να τους εκτιμάτε

📢 Αποκτήστε το σήμερα και ανακαλύψτε την απίθανη σοφία της φύσης μέσα από ένα μαγευτικό παραμύθι! ✨ Παραγγελίες: camarela@otenet.gr




Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2025

Το υγρόμετρο της φύσης

Astraeus hygrometricus (Pers.) Morgan 1889

Syn. Lycoperdon hygrometricum Pers. (το αρχικό όνομα που του δόθηκε από τον Persoon το 1801).
Geastrum hygrometricum (Pers.) Hook.
Astraeus asiaticus


Αστραίος ο υγρομετρικός

Diplocystaceae



Το Astraeus hygrometricus, είναι ένας μύκητας της οικογένειας Diplocystaceae. Αρχικά, το καρπόσωμα είναι σφαιρικό μοιάζοντας κάπως με το είδη του γένους Λυκόπερδο (Lycoperdon), αλλά καθώς ωριμάζει, το εξωτερικό του περίβλημα διασπάται ακτινωτά, σχηματίζοντας μια δομή που θυμίζει αστέρι. Οι ακτίνες αυτές έχουν  υγροσκοπική ιδιότητα και έτσι ανοίγουν σε συνθήκες υψηλής υγρασίας διευκολύνοντας τη διασπορά των σπορίων του και  κλείνουν όταν η ατμόσφαιρα  είναι ξηρή.


Ο μύκητας αυτός είναι εκτομυκορριζικός.

Οι εκτομυκορριζικοί μύκητες "τυλίγουν" τις ρίζες του φυτού με ένα πυκνό δίκτυο από υφές (μυκηλιακές ίνες) χωρίς να εισχωρούν μέσα στα κύτταρα των ριζών. Βοηθούν το φυτό να απορροφά νερό και θρεπτικά συστατικά (κυρίως άζωτο και φώσφορο) από το έδαφος. Σε αντάλλαγμα, το φυτό παρέχει στους μύκητες σάκχαρα και άλλα οργανικά μόρια που παράγει μέσω της φωτοσύνθεσης.

 Συναντάται σε εδάφη φτωχά σε θρεπτικά συστατικά, συχνά αμμώδη ή αργιλώδη, και ενώ αρχικά θεωρήθηκε ότι έχει  ευρεία, κοσμοπολίτικη, γεωγραφική κατανομή, νεώτερες έρευνες περιορίζουν την εξάπλωσή του σε περιοχές της Ευρώπης, κυρίως στο νότο από τη Γαλλία μέχρι την Τουρκία. Συγκεκριμένα, φυλογενετικές αναλύσεις  διαχώρισαν πληθυσμούς που προηγουμένως θεωρούνταν ως Astraeus hygrometricus σε ξεχωριστά είδη. Για παράδειγμα, πληθυσμοί στην Ασία και τη Βόρεια Αμερική έχουν πλέον ταξινομηθεί ως διαφορετικά είδη του γένους Astraeus.

Παρά την εξωτερική του ομοιότητα με τους μύκητες του γένους Geastrum, το A. hygrometricus διαφέρει γενετικά και μορφολογικά. Μικροσκοπικά, τα σπόριά του είναι σφαιρικά, με διάμετρο 7,5–11 μικρόμετρα,ν και φέρουν λεπτές ακίδες στην επιφάνειά τους. 

 Γενικά δεν θεωρείται  βρώσιμο λόγω της σκληρής υφής του, αλλά σε χώρες της Ασίας, όπως η Ινδία και η Ιαπωνία, καταναλώνεται για τη γεύση του και τις πιθανές φαρμακευτικές του ιδιότητες. Παραδοσιακά, έχει χρησιμοποιηθεί στην κινεζική ιατρική ως αιμοστατικό μέσο, ενώ πρόσφατες μελέτες υποδεικνύουν ότι περιέχει βιοδραστικές ενώσεις με αντιβακτηριακές, αντιφλεγμονώδεις και αντικαρκινικές ιδιότητες. Η κατανόηση του A. hygrometricus συμβάλλει στην ευρύτερη γνώση των μυκορριζικών σχέσεων και των δυνατοτήτων χρήσης των μανιταριών στη φαρμακευτική.


Στα Κύθηρα, το βρήκα σε διάφορες τοποθεσίες κυρίως στο κέντρο του νησιού σε βοσκότοπους και χορτολιβαδικές εκτάσεις.




Πηγές:

wikipedia.org/wiki/Astraeus_hygrometricus

(Biswas G, Nandi S, Kuila D, Acharya K. A Comprehensive Review on Food and Medicinal Prospects of Astraeus hygrometricus. Pharmacognosy Journal. 2017;9(6):799-

Awan, Yawar, Astraeus Hygrometricus and its Various Aspests (June 26, 2014). Available at SSRN: https://ssrn.com/abstract=2459395 or http://dx.doi.org/10.2139/ssrn.2459395