Αναγνώστες

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2025

Η ανθρώπινη παρέμβαση στη φύση πριν και μετά από μια δασική πυρκαγιά: Μύθοι και πραγματικότητα.



https://www.blogger.com/blog/post/edit/7059331459533379944/4395650643547174452

Επανέρχομαι μετά από οκτώ χρόνια.  Άραγε μάθαμε  κάτι από την καταστροφική πυρκαγιά του 2017; Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως όχι. Επανέρχομαι λοιπόν, με την ελπίδα ότι μετά από δύο, πέντε ή δέκα χρόνια δε θα κλαίμε ξανά πάνω από τα μαυρισμένα, έρημα τοπία του νησιού μας. 


Οι δασικές πυρκαγιές αποτελούν φυσικό αλλά και ανθρωπογενές φαινόμενο, με βαθιές οικολογικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Στη δημόσια συζήτηση κυριαρχεί συχνά το «μετά»: τι πρέπει να γίνει αμέσως μετά τη φωτιά, πώς θα «σωθεί» το δάσος και πώς θα αποτραπούν οι επόμενες καταστροφές. Όμως, εξίσου κρίσιμη είναι η ανθρώπινη παρέμβαση πριν από μια πυρκαγιά, καθώς και η κατανόηση των ορίων της παρέμβασης μετά από αυτήν. Επανέρχομαι μετά από οκτώ χρόνια. Άραγε οι αρμόδιοι έμαθαν κάτι από την καταστροφική πυρκαγιά του 2017. Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως όχι. 

Πριν από τη δασική πυρκαγιά: πρόληψη ή θεσμοθετημένη αποτυχία;

Η ανθρώπινη δραστηριότητα παίζει καθοριστικό ρόλο πριν ακόμη εκδηλωθεί μια δασική πυρκαγιά. Η εγκατάλειψη της υπαίθρου, η παύση της παραδοσιακής βόσκησης και της ήπιας δασικής διαχείρισης έχουν οδηγήσει στη συσσώρευση καύσιμης ύλης. Παράλληλα, μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις που παρουσιάζονται ως «προληπτικές» συχνά εφαρμόζονται χωρίς οικολογικό και δασοτεχνικό σχεδιασμό, με αποτέλεσμα να διαταράσσουν αντί να ενισχύουν την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα AntiNero, το οποίο εφαρμόστηκε και στο νησί των Κυθήρων ως μέτρο πρόληψης δασικών πυρκαγιών μέσω εκτεταμένων καθαρισμών βλάστησης. Σύμφωνα με τεκμηριωμένες επισημάνσεις της επιστημονικής βιβλιογραφίας για τη μεσογειακή δασική οικολογία (Keeley et al., 2012· Fernandes, 2013· Moreira et al., 2011), παρεμβάσεις τέτοιου τύπου οφείλουν να είναι απολύτως στοχευμένες και οικολογικά προσαρμοσμένες.

Στην πράξη, όπως έχει επισημανθεί και από Έλληνες δασολόγους, πανεπιστημιακά τμήματα Δασολογίας και συλλογικούς επιστημονικούς φορείς, σε πολλές περιπτώσεις, και δυστυχώς και στη δική μας:

  • απομακρύνθηκε η χαμηλή και μεσαία βλάστηση χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικολογική της λειτουργία,
  • διαταράχθηκε η δομή του δάσους και το μικροκλίμα του εδάφους,
  • τα κομμένα κλαδιά και τα υπολείμματα δεν απομακρύνθηκαν αλλά παρέμειναν στο έδαφος,

με αποτέλεσμα η συνολική εύφλεκτη καύσιμη ύλη να αυξηθεί αντί να μειωθεί, γεγονός που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες πρόληψης πυρκαγιών (FAO, 2018).

Επιπλέον, η εφαρμογή του προγράμματος βασίστηκε συχνά σε εργολαβίες χωρίς προηγούμενες δασοτεχνικές μελέτες ανά περιοχή, χωρίς ανάλυση τοπικής βλάστησης και χωρίς ουσιαστικό έλεγχο εφαρμογής από τις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες, όπως προβλέπεται από την ελληνική δασική νομοθεσία. Η απουσία επιστημονικής τεκμηρίωσης, παρακολούθησης και αξιολόγησης καθιστά τέτοιες παρεμβάσεις όχι απλώς αναποτελεσματικές, αλλά δυνητικά επικίνδυνες για τη μακροπρόθεσμη υγεία των δασικών οικοσυστημάτων.

Η ουσιαστική πρόληψη δεν είναι ζήτημα μαζικών αποψιλώσεων. Απαιτεί στοχευμένη διαχείριση καύσιμης ύλης, διατήρηση μωσαϊκού βλάστησης και σεβασμό στη φυσική δυναμική του δάσους, όπως τεκμηριώνεται εκτενώς στη διεθνή βιβλιογραφία για τα μεσογειακά οικοσυστήματα (Pausas & Keeley, 2009). Όταν αυτά αντικαθίστανται από πρόχειρες, εργολαβικές λύσεις, η φωτιά μετατρέπεται από οικολογικό παράγοντα σε προδιαγεγραμμένη καταστροφή.

Μετά τη φωτιά: πότε και πώς πρέπει να παρεμβαίνουμε;



Μετά από μια πυρκαγιά, η πίεση για άμεση δράση είναι μεγάλη. Ωστόσο, η επιστημονική γνώση δείχνει ότι δεν είναι όλες οι παρεμβάσεις απαραίτητες ούτε πάντοτε ωφέλιμες.

Αντιπλημμυρικά έργα: κορμοδέσεις και αναβαθμοί

Τα αντιπλημμυρικά έργα, όπως οι κορμοδέσεις και οι αναβαθμοί, έχουν στόχο τη συγκράτηση του εδάφους και τη μείωση της επιφανειακής απορροής. Είναι πράγματι κρίσιμα σε περιοχές με:

  • μεγάλες κλίσεις,
  • έντονα διαβρωμένα ή λεπτόκοκκα εδάφη,
  • υψηλό κίνδυνο ακραίων βροχοπτώσεων,
  • απουσία δυνατότητας ταχείας φυσικής αναγέννησης.

Όμως, σε περιοχές με μικρή ή μέτρια κλίση, καλή δομή εδάφους και παρουσία υπόγειων αναβλαστήσεων ή σπερματικής τράπεζας, η εκτεταμένη κατασκευή τέτοιων έργων μπορεί να είναι περιττή ή και επιβλαβής. Η βαριά μηχανική επέμβαση συχνά διαταράσσει το έδαφος περισσότερο απ’ όσο το προστατεύει, καταστρέφει νεαρά φυτά και αλλοιώνει τις φυσικές διεργασίες αποκατάστασης.

Η εφαρμογή αντιπλημμυρικών μέτρων οφείλει να βασίζεται σε τοπική αξιολόγηση και όχι σε γενικευμένες συνταγές.

Αναδασώσεις και δεντροφυτεύσεις: λύση ή πρόβλημα;

 H εικόνα της μαζικής δενδροφύτευσης μετά από μια φωτιά είναι βαθιά ριζωμένη στη συλλογική συνείδηση. Ωστόσο, στα μεσογειακά οικοσυστήματα, πολλά είδη είναι εξελικτικά προσαρμοσμένα στη φωτιά και διαθέτουν ισχυρούς μηχανισμούς φυσικής αναγέννησης, κυρίως μέσω αναβλάστησης από τα πρέμνα.

Ένας κρίσιμος αλλά συστηματικά υποτιμημένος παράγοντας αποτυχίας της φυσικής αναγέννησης είναι η βόσκηση, ιδιαίτερα από ανεπιτήρητα αιγοπρόβατα. Οι νεαροί βλαστοί που εκπτύσσονται μετά τη φωτιά από τα πρέμνα είναι εξαιρετικά ευάλωτοι και η συνεχής βόσκηση μπορεί να τους καταστρέψει πλήρως, όπως έχει τεκμηριωθεί σε μελέτες για τη μεταπυρική οικολογία της Μεσογείου (Keeley et al., 2012· FAO & UNEP, 2020).

Στην Ελλάδα, η διαχείριση των ανεπιτήρητων παραγωγικών ζώων ρυθμίζεται από τη σχετική νομοθεσία (Ν. 4056/2012, όπως ισχύει), η οποία προβλέπει σαφείς ευθύνες για τους ιδιοκτήτες αλλά και ρητή υποχρέωση των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης να μεριμνούν για την περισυλλογή, φύλαξη και επιβολή κυρώσεων. Η μη εφαρμογή του νόμου αυτού, ιδιαίτερα σε καμένες εκτάσεις, ακυρώνει στην πράξη τη φυσική αναγέννηση και οδηγεί σε χρόνια υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, ανεξάρτητα από το αν πραγματοποιούνται ή όχι αναδασώσεις.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι άμεσες ή άκριτες αναδασώσεις συχνά:

  • καταστρέφουν τη φυσική αναγέννηση πατώντας ή εκριζώνοντας νεαρούς βλαστούς,
  • συγκαλύπτουν το πραγματικό πρόβλημα της ανεξέλεγκτης βόσκησης,
  • εισάγουν είδη ακατάλληλα ή ξένα προς τη φυσική χλωρίδα,
  • δημιουργούν τεχνητές, οικολογικά ευάλωτες συστάδες.

Ακόμη και μετά την παρέλευση χρόνου, οι δεντροφυτεύσεις έχουν νόημα μόνο όταν αποδεικνύεται επιστημονικά ότι η φυσική αναγέννηση έχει αποτύχει και αφού προηγηθεί αποτελεσματικός έλεγχος της βόσκησης. Ο ρόλος των εθελοντών είναι πολύτιμος μόνο όταν εντάσσεται σε αυστηρά επιστημονικό και θεσμικά ελεγχόμενο πλαίσιο· διαφορετικά, η καλή πρόθεση μπορεί να μετατραπεί σε μακροπρόθεσμη οικολογική ζημιά.

Η φύση ξέρει – ο άνθρωπος οφείλει να σέβεται

Η μεγαλύτερη πρόκληση μετά από μια δασική πυρκαγιά δεν είναι να «ξαναφτιάξουμε» το δάσος, αλλά να επιτρέψουμε στη φύση να κάνει αυτό που εξελικτικά γνωρίζει καλύτερα. Η ανθρώπινη παρέμβαση είναι αναγκαία μόνο εκεί όπου οι φυσικοί μηχανισμοί έχουν πραγματικά υπονομευθεί.

Η μετάβαση από την παρορμητική δράση στη στοχευμένη, τεκμηριωμένη παρέμβαση αποτελεί βασικό δείκτη περιβαλλοντικής ωριμότητας. Σε μια εποχή κλιματικής αβεβαιότητας, η προστασία των δασικών οικοσυστημάτων δεν θα κριθεί από τον αριθμό των φυτεμένων δέντρων, αλλά από την ικανότητά μας να κατανοούμε τα όρια της ανθρώπινης παρέμβασης και να σεβόμαστε τη δυναμική της φύσης.

Ενδεικτικές βιβλιογραφικές παραπομπές

  • Keeley, J.E., et al. (2012). Fire in Mediterranean Ecosystems: Ecology, Evolution and Management. Cambridge University Press.
  • Pausas, J.G. & Keeley, J.E. (2009). A burning story: The role of fire in the history of life. BioScience, 59(7), 593–601.
  • Moreira, F. et al. (2011). Landscape–wildfire interactions in southern Europe: Implications for landscape management. Journal of Environmental Management, 92, 2389–2402.
  • Fernandes, P.M. (2013). Fire-smart management of forest landscapes in the Mediterranean basin. Forest Ecology and Management, 294, 175–186.
  • FAO (2018). Fire management – Voluntary Guidelines. Food and Agriculture Organization of the United Nations.
  • FAO & UNEP (2020). The State of Mediterranean Forests.
  • Δασαρχείο & Πανεπιστημιακές Δασολογικές Σχολές Ελλάδας: Δημόσιες τοποθετήσεις και τεχνικές εκθέσεις για την αποτελεσματικότητα καθαρισμών βλάστησης χωρίς δασοτεχνικές μελέτες.
  • Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ): Θεσμικό πλαίσιο και εφαρμογή προγράμματος AntiNero (δημόσια έγγραφα και ανακοινώσεις).
  • Ελληνική Νομοθεσία για ανεπιτήρητα παραγωγικά ζώα (π.χ. Ν. 4056/2012, όπως ισχύει): Υποχρεώσεις ιδιοκτητών και ΟΤΑ για περισυλλογή και διαχείριση.

Επίλογος – Όταν ο εντυπωσιασμός υποκαθιστά την επιστήμη

Η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει με σαφήνεια ότι οι μεγαλόπνοες εξαγγελίες έργων «προστασίας» των δασών συχνά απευθύνονται περισσότερο στην κοινή γνώμη παρά στα ίδια τα οικοσυστήματα. Όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται με όρους ταχύτητας, επικοινωνιακού οφέλους και απορρόφησης κονδυλίων, χωρίς επαρκή επιστημονικό σχεδιασμό και χωρίς προσεκτικές, τοπικά προσαρμοσμένες μελέτες, το αποτέλεσμα δεν είναι η προστασία αλλά η περαιτέρω υποβάθμιση.

Η φύση δεν λειτουργεί με οριζόντια μέτρα,  εργολαβίες και γενικές συνταγές. Κάθε δασικό σύστημα έχει τη δική του ιστορία, δυναμική και ανθεκτικότητα. Η παράβλεψη αυτής της πραγματικότητας μετατρέπει την «παρέμβαση» σε αυθαίρετη διαχείριση και την πρόληψη σε άλλοθι.

Σε αυτό το πλαίσιο, έργα που υλοποιούνται χωρίς δασοτεχνικές μελέτες, χωρίς ουσιαστικό έλεγχο και χωρίς επιστημονική αξιολόγηση δεν υπηρετούν την οικολογική αποκατάσταση. Εξυπηρετούν συμφέροντα, χρονοδιαγράμματα και αφηγήματα επιτυχίας. Και όσο η προστασία των δασών αντιμετωπίζεται ως επικοινωνιακό προϊόν και όχι ως σύνθετη οικολογική διαδικασία, οι ίδιες αποτυχίες θα επαναλαμβάνονται.

Η πραγματική ευθύνη απέναντι στα δασικά οικοσυστήματα δεν βρίσκεται στις εντυπωσιακές ανακοινώσεις, αλλά στη σιωπηλή, τεκμηριωμένη και συχνά μη θεαματική εργασία που βασίζεται σε επιστημονική γνώση,  θεσμική συνέπεια και  σεβασμό στα όρια της ανθρώπινης παρέμβασης.